Πνευμονία

πνευμονία παθολόγος λοιμωξιολόγος χατζηγεωργίου δημήτριος αθήνα

Πνευμονία ονομάζεται η φλεγμονή που αφορά τους πνεύμονες, η οποία οφείλεται σε ιούς, μύκητες, βακτήρια και άλλους μικροοργανισμούς. Οι κυψελίδες που υπάρχουν στους πνεύμονες γεμίζουν με φλεγμονώδες υγρό και εμποδίζεται η εύρυθμη λειτουργία τους, δηλαδή η πρόσληψη οξυγόνου και η αποβολή διοξειδίου του άνθρακα κατά την αναπνοή.

Πνευμονία : ιστορική αναδρομή

Η πρώτη αναφορά στην πνευμονία έγινε από τον Ιπποκράτη, ο οποίος αναφέρει λεπτομερώς τα συμπτώματα που προκαλεί. Η νόσος έως το 1929 που ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ ανακάλυψε την πενικιλίνη ήταν μια ασθένεια που επέφερε το θάνατο. Το 1919 όχι αδικαιολόγητα ο σπουδαίος γιατρός Ουίλιαμ Όσλερ την είχε χαρακτηρίσει ως “Κυβερνήτη των αιτιών θανάτου”.

Από την ανακάλυψη της πενικιλίνης και ύστερα, η ιατρική επιστήμη σημείωσε ραγδαία ανάπτυξη και η πνευμονία στις μέρες μας αν και σοβαρή ασθένεια του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος, μπορεί να ιαθεί χωρίς να αποβεί μοιραία για την ανθρώπινη ζωή, πλην ορισμένων εξαιρέσεων που αφορούν εξαιρετικά ανοσοκατασταλμένους ασθενείς.

Πνευμονία : τι την προκαλεί

Όπως προαναφέρθηκε οι κυριότερες αιτίες για την πρόκληση της νόσου είναι τα βακτήρια, οι μύκητες και οι ιοί.

Βακτήρια : το πιο συνηθισμένο βακτήριο που ευθύνεται για την πνευμονία είναι ο στρεπτόκοκκος ή αλλιώς πνευμονιόκοκκος. Άλλα βακτήρια που ευθύνονται είναι το μυκόπλασμα, ο χρυσίζων σταφυλόκοκκος,η λεγιονέλλα κτλ.

Μύκητες : σε βρέφη, τα οποία έχουν μολυνθεί από τη μητέρα τους με τον ιό HIV ή σε ενήλικα άτομα που πάσχουν από τον ίδιο ιό, ο μύκητας pneumocystis jirovecii ή το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης είναι υπαίτια για την εμφάνισή της λοίμωξης.

Ιοί : ο ιός της γρίπης, ο αδενοϊός και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός είναι υπεύθυνοι για την εμφάνιση της πνευμονίας.

Πνευμονία : τύποι

Η πνευμονία διακρίνεται στους παρακάτω τύπους :

  • Πνευμονία της κοινότητας
  • Ενδονοσοκομειακή πνευμονία
  • Πνευμονία από εισρόφηση

Πνευμονία της κοινότητας : είναι ο πιο συχνά εμφανιζόμενος τύπος, οφείλεται σε βακτήρια ή ιούς. Αντιμετωπίζεται με σχετική ευκολία και έχει καλή πρόγνωση.

Ενδονοσοκομειακή πνευμονία : ονομάζεται ο τύπος της νόσου που προκύπτει από μικροβιακή λοίμωξη μέσα σε νοσοκομειακό περιβάλλον. Συνήθως τα μικρόβια αυτά είναι ανθεκτικά στην αντιβίωση και η αντιμετώπισή τους είναι δύσκολη. Η πρόγνωση του συγκεκριμένου τύπου δεν είναι καλή και χαρακτηρίζεται από υψηλή θνησιμότητα εάν αφορά ασθενείς που νοσηλεύονται στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.

Πνευμονία από εισρόφηση : αυτός ο τύπος αφορά συνήθως ασθενείς ιδιαίτερα εξασθενημένους, που έχουν υποστεί εγκεφαλικά επεισόδια ή με μειωμένα αντανακλαστικά του φάρυγγα. Η πνευμονία προκύπτει μετά από είσοδο στους διόδους των πνευμόνων τροφής ή γαστρικού υγρού.

Πνευμονία : πως μεταδίδεται

Η πνευμονία είναι εξαιρετικά μεταδοτική νόσος. Μεταδίδεται εύκολα από τα άτομα που ήδη νοσούν μέσω του αέρα με το βήχα ή το φτάρνισμα, τα βακτήρια εισπνέονται μέσω της αναπνοής και εγκαθίστανται στους πνεύμονες.

Άλλοι σπανιότεροι τρόποι μετάδοσης είναι μέσω της εξάπλωσης των βακτηρίων που υπάρχουν στην ρινική ή στοματική κοιλότητα ή μέσω της εισρόφησης εκκρίσεων ή τροφής από τους πνεύμονες.

Πνευμονία : ποια άτομα κινδυνεύουν περισσότερο

Η πνευμονία είναι περισσότερο πιθανό να προσβάλλει άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα όπως :

  • στους ηλικιωμένους
  • όσους πάσχουν από χρόνια νοσήματα
  • όσους λαμβάνουν κορτιζόνη
  • όσους υποβάλλονται σε χημειοθεραπευτική αγωγή
  • όσους πάσχουν από κυστική ίνωση
  • στους πάσχοντες από καρδιαγγειακά νοσήματα
  • στους χρόνιους αλκοολικούς
  • στους πάσχοντες από αναπνευστικά νοσήματα
  • στους χρόνιους καπνιστές
  • στους πάσχοντες από άσθμα

Πνευμονία : ποια είναι τα συμπτώματα

Τα συνήθη συμπτώματα που εμφανίζει η πλειοψηφία των ανθρώπων που νοσεί είναι τα εξής :

  • πολύ υψηλός πυρετός
  • έντονος βήχας
  • απόχρεμψη
  • αίμα στα πτύελα
  • ναυτία
  • εμετός
  • ρίγη
  • πλευριτικό άλγος
  • υπερβολική εφίδρωση
  • κυάνωση στα χείλη και στα νύχια
  • αδυναμία

Πνευμονία : πως γίνεται η διάγνωση

Η διάγνωση της πνευμονίας είναι δυνατό να γίνει μέσω απλής κλινικής εξέτασης. Ο γιατρός αφού αξιολογήσει τα συμπτώματα του ασθενή προχωρά στην επίκρουση και την ακρόαση των πνευμόνων. Στη συνέχεια παραπέμπει τον ασθενή για εργαστηριακό έλεγχο, ο οποίος έγκειται στη διενέργεια απλής ακτινογραφίας θώρακος, προκειμένου να επιβεβαιώσει την ύπαρξη της νόσου και να εντοπίσει την έκταση της βλάβης που έχουν υποστεί οι πνεύμονες. Είναι πιθανό να χρειασθεί καλλιέργεια πτυέλων για να διαπιστωθεί ποιο είναι ακριβώς το μικρόβιο που ευθύνεται για την πρόκληση της νόσου.

Πνευμονία : αντιμετώπιση

Η πνευμονία αντιμετωπίζεται αποκλειστικά με τη χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής με πενικιλίνη, κεφαλοσπορίνες ή βανκομυκίνη ανάλογα με τον τύπο του βακτηρίου που την προκάλεσε. Η έναρξη της θεραπείας πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη διάγνωση της νόσου για να εμποδιστεί η εξέλιξή της και να αποφευχθεί ο κίνδυνος της εμφάνισης επιπλοκών . Καθοριστική σημασία για την αντιμετώπιση της νόσου έχει η σωστή επιλογή του τύπου της αντιβίωσης καθώς και η συνιστώμενη δόση.

Πνευμονία και πιθανές επιπλοκές

Οι επιπλοκές που είναι πιθανό να προκύψουν από τη μη έγκαιρη αντιμετώπιση της πνευμονίας αν και σπάνιες είναι αρκετά σοβαρές. Οι κυριότερες από αυτές είναι το εμπύημα, η ύπαρξη δηλαδή πύου στην υπεζωκοτική κοιλότητα και ο πνευμοθώρακας.

Η θεραπεία του εμπυήματος επιτυγχάνεται με την παροχέτευση του πύου μέσω ειδικών καθετήρων που τοποθετούνται στην υπεζωκοτική κοιλότητα. Η θεραπεία του πνευμοθώρακος γίνεται μέσω της παροχέτευσης του αέρα. Η αντιμετώπιση και των δύο αυτών επιπλοκών πρέπει να γίνεται άμεσα.

Συμβουλές και τρόποι πρόληψης

Εκτός από τις γενικές συμβουλές πρόληψης όπως :

  • το σχολαστικό πλύσιμο των χεριών
  • ο συχνός αερισμός του σπιτιού και του χώρου εργασίας
  • η ισορροπημένη διατροφή
  • η σωματική άσκηση
  • η αποφυγή του καπνίσματος

είναι εξαιρετικά ωφέλιμο να εμβολιαζόμαστε ούτως ώστε να προστατεύσουμε ενεργά τον οργανισμό μας τόσο με το εμβόλιο της γρίπης, το οποίο πρέπει να γίνεται μία φορά το χρόνο όσο και με το εμβόλιο κατά του πνευμονιόκοκκου, το οποίο πρέπει να γίνεται κάθε πέντε χρόνια.